Λίγες ώρες µετά την ανακοίνωση της υποψηφιότητάς του για την Ευρωβουλή µε το ψηφοδέλτιο της Ν.∆., ο Φρέντι Μπελέρης ανοίγει την καρδιά του στην «Κυριακάτικη Απογευµατινή» που βρέθηκε στη Χειµάρρα, στα βορειοηπειρώτικα χωριά, στα Τίρανα και στις φυλακές του Φιέρι, καταγράφοντας τον παλµό και τα έντονα συναισθήµατα χαράς της οµογένειας. «Για την ελληνική σηµαία είµαι έτοιµος να πεθάνω και την αλβανική την πιστεύω περισσότερο από εκείνους που την κλέβουν κάθε µέρα», δηλώνει µε συγκίνηση. Αλλωστε, δεν θεωρεί ότι µε την υποψηφιότητά του θα θιγεί ο πυρήνας των ελληνοαλβανικών σχέσεων, πόσω µάλλον των διαπροσωπικών επαφών. «Ο κόσµος κοιτάζει πάνω και πέρα από τις πολιτικές διαµάχες κι εδώ και στην Ελλάδα. Γνωρίζει ποιος τον εµπαίζει και ποιος είναι πραγµατικά δίπλα του. Ελληνες και Αλβανοί είµαστε µαζί σε αυτήν την προσπάθεια. Οσο τροµάζει ο µεροκαµατιάρης και ο µικροµεσαίος Αλβανός µε τα καµώµατα της κυβέρνησης άλλο τόσο κι εµείς δεν ξέρουµε τι θα µας ξηµερώσει. Γι’ αυτό ο πατέρας µου σας είπε ότι δεν χαίρεται έως ότου αποφυλακιστώ», λέει ο Φρέντι Μπελέρης. Αλλωστε στα παράλια της Βόρειας Ηπείρου είναι λίγοι όσοι δεν µιλούν µόνο ελληνικά, Ελληνες ή Αλβανοί, και κανείς που να µην τα χρησιµοποιεί -έστω αποσπασµατικά- στην καθηµερινότητά του.
Κοντά ένα χρόνο στη φυλακή δοκιµάζεται σκληρά. Οταν συνελήφθη την παραµονή των δηµοτικών εκλογών, τον περασµένο Μάιο, δεν πρόλαβε να γιορτάσει µε τους Χειµαρριώτες τη νίκη του, για την οποία είχε τόσο πολύ προσπαθήσει επί σειρά ετών. «Παλέψαµε -αναφέρει- έχοντας απέναντι όλη την ντόπια διαπλοκή, το οργανωµένο έγκληµα και το καθεστώς Ράµα. Το σχέδιό τους ήταν να µε συλλάβουν προκειµένου να χάσω τις εκλογές και να µε αφήσουν ξανά ελεύθερο µια εβδοµάδα αργότερα. Οι πολίτες τους έδωσαν την απάντηση, µε ψήφισαν και κανείς τους δεν αµφισβήτησε την πρωτιά. Και τώρα που ο Κυριάκος Μητσοτάκης µε επέλεξε, παραµένω φυλακισµένος… τα πράγµατα όµως άλλαξαν. Ο Ράµα ηττήθηκε σε όλα τα επίπεδα και -το κυριότερο- όλοι µας είµαστε µια γροθιά για την Ελλάδα. Αν µ’ αξιώσει ο Θεός να εκλεγώ, αυτόν τον παλµό θα µεταφέρω στην Ευρωβουλή».
Αυθορµήτως έρχεται η επόµενη ερώτηση: «Πού το βρίσκεις τόσο κουράγιο;». Στη στιγµή το συναίσθηµά του ξεχειλίζει: «∆εν είναι προσωπικό το ζήτηµα. Οταν καταλαβαίνεις τι τράβηξαν οι συµπατριώτες µας για να έλθουν να µε ψηφίσουν από την Ευρώπη, την Αµερική, τον Καναδά, όταν έβλεπες που τους απειλούσαν ευθέως ότι θα χάσουν τις δουλειές και τα σπίτια τους αν µε υποστήριζαν, δεν έχεις δικαίωµα να βάλεις τον εαυτό σου πάνω από εκείνους. Σε κάθε δίκη 100 και 150 άνθρωποι στριµώχνονταν στη µικρή αίθουσα για να µάθουν τις εξελίξεις, να µου πουν µια κουβέντα, να µε χαιρετίσουν. Κάποιοι είχαν διαφορές µεταξύ τους και δεν µιλιούνταν για χρόνια, αλλά ήταν εκεί, ο ένας δίπλα στον άλλον. Το ίδιο και στο γραφείο της Οµόνοιας, στην παραλία της Χειµάρρας, που από το πρωί έως τα µεσάνυχτα πηγαινοέρχονται εκατοντάδες για να µάθουν ένα καλό νέο, να χαρούν και να παρηγορηθούν». Και συνεχίζει: «Το 2015, όταν πρωτοκατέβηκα, είχα χάσει τις εκλογές γιατί διεξήχθησαν χωρίς καταµετρητές κι έτσι η φρέσκια -δύο ετών τότε- κυβέρνηση έκανε ό,τι ήθελε. Το 2019 δεν µου επέτρεψαν να συµµετάσχω και το 2023 µε φυλάκισαν. Νοµίζουν ότι θα µε διασύρουν πηγαίνοντάς µε σιδηροδέσµιο στο νεκροταφείο… Εφευρίσκουν ένα σωρό δικαιολογίες για να µη βλέπω τους ανθρώπους µου, ενώ σε λίγο θα αποφυλακιστώ ούτως ή άλλως… ∆εν κάνω πίσω, θα αγωνιστώ µέχρι τέλους».
Οι δυσκολίες για την έναρξη της προεκλογικής του καµπάνιας φαντάζουν ανυπέρβλητες. Η φυλακή, στα προάστια της αλβανικής µεγαλούπολης του Φιέρι, βρίσκεται σε απόσταση δύο ωρών από τη Χειµάρρα. Ο «δαντελωτός» δρόµος µε τις δύο λωρίδες κυκλοφορίας, που διαπερνά στη βάση τους τα Ακροκεραύνια όρη, είναι για τον περιηγητή τόσο συναρπαστική όσο δύσκολη για τους συνεργάτες του, που δύο µέρες την εβδοµάδα πηγαινοέρχονται για να τον ενηµερώσουν, χώρια την ταλαιπωρία, ορισµένες φορές, στην είσοδο. Στην πτέρυγά του κρατούνται κυρίως αξιωµατούχοι, πρώην υπουργοί και στελέχη της κυβέρνησης Ράµα εµπλεκόµενα σε υποθέσεις διαφθοράς και κακοδιαχείρισης. Μένει µόνος του στο κελί και επικοινωνεί µόνο µε καρτοτηλέφωνο. Το επισκεπτήριο από ∆ευτέρα έως Παρασκευή πραγµατοποιείται απευθείας, χωρίς διαχωρισµούς σε υπαίθρια κιόσκια ή σε κλειστή αίθουσα µε τραπέζια.
Εκτός από τους άµεσους συγγενείς του και την Ελληνίδα πρέσβειρα Κωνσταντίνα Καµίτση, που συναντιέται µαζί του ανελλιπώς κάθε εβδοµάδα, έχει παραχωρηθεί άδεια από το ειδικό δικαστήριο (SPAK) στη γραµµατέα του, φιλόλογο του ελληνικού σχολείου της Χειµάρρας, Ελένη Οδυσσέα. Η διά ζώσης συνάντηση µε τρίτα πρόσωπα έχει εξαιρετικό βαθµό δυσκολίας και η τύχη ενός τέτοιου αιτήµατος εξαρτάται από τη διεύθυνση της φυλακής. Εφόσον δε το αίτηµα αντιµετωπιστεί θετικά, ο επισκέπτης περνά 4 ελέγχους εξονυχιστικούς, µα και σύµφωνους προς τους διεθνείς κανόνες των δικαιωµάτων.
Ο γράφων συνάντησε ιδιωτικώς τον Φρέντι Μπελέρη στη φυλακή και συνοµίλησε επί πολλή ώρα µαζί του. Είναι φανερά αδυνατισµένος και ταλαιπωρηµένος από την πολύµηνη δοκιµασία. Στον λόγο του και στο βλέµµα του κυριαρχεί το συναίσθηµα της πίστης και της αισιοδοξίας την οποία µεταφέρει στους συνοµιλητές τους. Οι κουβέντες του αφορούν πάντα την ουσία, αν και κάποιες στιγµές δεν κρύβει τη συγκίνησή του.
Στην Αθήνα ο γιος του Πέτρος, έχοντας στο πλευρό του τον πρώην υπουργό Σταύρο Παπασταύρου, αναλαµβάνει τις επαφές, το πρόγραµµα και τα ζητήµατα επικοινωνίας. Το δίκτυο διευρύνεται µε πολλούς νέους ανθρώπους που βάζουν τα δυνατά τους και για την επιστολική ψήφο, ώστε να διασφαλιστεί η όσο το δυνατόν µεγαλύτερη συµµετοχή και η ορθή διανοµή των φακέλων στην αλβανική ενδοχώρα. Οι σχέσεις του µε τον Παπασταύρου χρονολογούνται από το 1994- 1995, όταν συναντήθηκαν στη γραµµατεία ∆ιεθνών Σχέσεων της Ν.∆.
«Τα παιδιά ξεκίνησαν ήδη. Προσαρµοζόµαστε κάθε φορά ανάλογα µε τις συνθήκες. Και µόνο τα χειροκροτήµατα και οι αγκαλιές των συγχωριανών µου και των Ελλήνων πολιτών, µόλις εκφωνήθηκε επίσηµα το όνοµά µου, αποτελούν την καλύτερη αφετηρία του αγώνα». Οση ειλικρίνεια χαρακτηρίζει τις ανθρώπινες σχέσεις του άλλο τόσο ξεκάθαρα τοποθετείται στα θέµατα της Ευρωβουλής και της Αυτοδιοίκησης. «Ως Ελληνας έχω µεγάλη ευαισθησία στα εθνικά µας ζητήµατα, στα δικαιώµατα και τις υποχρεώσεις των µεταναστών και βέβαια στο υπ’ αριθµόν ένα πρόβληµα της υπογεννητικότητας».
Και για τον δήµο υπογραµµίζει: «Αν τον Μάιο απορριφθεί η έφεσή µου κατά της πρωτόδικης απόφασης και καταδικαστώ αµετάκλητα, τότε είναι πιθανόν να επαναληφθούν οι εκλογές άµεσα, ίσως τον Ιούνιο ή τον επόµενο Μάιο του 2025 µαζί µε τις βουλευτικές. Αυτό εξαρτάται από τον Ράµα. Εµείς είµαστε έτοιµοι µε δικούς µας υποψήφιους, άξιους συνεχιστές των όσων πετύχαµε. Κι επειδή ακούστηκαν διάφορα ‘‘κούφια’’, τονίζω πως ούτε ο Πέτρος (σ.σ. ο γιος του) ούτε κανείς συνεπώνυµός µου θα συµµετάσχει στις κάλπες». Σε κάθε περίπτωση θα σταθεί δίπλα σε όποιον νοιαστεί πραγµατικά για τον τόπο του, «τις περιουσίες µας, τη θρησκεία µας, το σχολείο, την ελληνική µας παιδεία. Θέµατα για τα οποία θα παλέψω στις Βρυξέλλες».
Πρωτοήρθε στην Ελλάδα το 1991-1992 επιτυγχάνοντας στις Πανελλήνιες εξετάσεις την είσοδό του στο Πάντειο. Κάποια περίοδο διέµεινε στη Ζάκυνθο έως την εγκατάστασή του στην Αθήνα το 1994. «Γράφτηκα στον Σύλλογο των Χειµαρριωτών και ξεκίνησα την ενασχόλησή µου µε τα κοινά. Παράλληλα δούλευα ασταµάτητα για να επιβιώσω. Υδραυλικός, εργάτης, σερβιτόρος κ.τ.λ. Ως Βορειοηπειρώτες πέρα από τη γλώσσα είχαµε τη θρησκεία, τα έθιµα και τις παραδόσεις που µας ενώνουν κι ενσωµατωθήκαµε γρήγορα». Το 2007 µε νοµοθετικές διατάξεις του Κώδικα Ιθαγένειας, του τότε υπουργού Εσωτερικών Πρ. Παυλόπουλου, αποκτά ελληνική ταυτότητα και κατ’ επέκταση δικαίωµα ψήφου. «Ούτως ή άλλως ανήκα στη Νέα ∆ηµοκρατία και δεν ψήφισα ποτέ διαφορετικά. Ακόµη κι όταν προσωπικοί µου φίλοι, όπως ο Μ. Βορίδης και ο Αδ. Γεωργιάδης, ήταν στον ΛΑΟΣ, εγώ παρέµεινα στη Ν.∆.». Και όσες φορές επεδίωξαν να τον εµφανίσουν ως θιασώτη των άκρων και των παρασυστηµικών µηχανισµών (ΜΑΒΗ), «άλλες τόσες σταµάτησαν, αφού επικαλούνταν φήµες ενώ γνώριζαν την πραγµατικότητα». Για παράδειγµα: «∆ιέδιδαν ότι είµαι ακροδεξιός, ενώ µε τους περισσότερους εµείς οι Βορειοηπειρώτες είχαµε µπλεξίµατα, γιατί παρενέβαιναν µε προβοκατόρικες ενέργειες στα συλλαλητήριά µας. Κάποτε στην πλατεία Κλαυθµώνος είχα συγκρουστεί µε έναν µετέπειτα βουλευτή τους. ∆εν τους θέλαµε καθόλου…».
Στις εσωκοµµατικές εκλογές του 2009 συντάχθηκε µε τον Αντώνη Σαµαρά, εκ των πρωταγωνιστών στις διεκδικήσεις των Βορειοηπειρωτών. Εξι χρόνια αργότερα στήριξε από τον πρώτο κιόλας γύρο τον Κυριάκο Μητσοτάκη. «Η παρακαταθήκη της οικογένειας Μητσοτάκη στη Βόρεια Ηπειρο είναι πολύ µεγάλη για µας. Το 1991, την εποχή της διάλυσης των ‘‘παραπετασµάτων’’, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης πήγε στη ∆ερβιτσάνη µε τον τότε υπουργό Εξωτερικών Αντώνη Σαµαρά, εµψυχώνοντας τους κυριολεκτικά διωκόµενους οµογενείς λόγω της αδιάλλακτης στάσης των Αλβανών στο θέµα των Τσάµηδων», θυµάται. «Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Κυριάκος ήλθε ξανά στη Βόρεια Ηπειρο, έµεινε στην πόλη µας, µίλησε και µας βοήθησε έµπρακτα. Οι µαθητές µορφώνονται καλύτερα, το επίπεδο της εκπαίδευσης είναι υψηλό, οι εκκλησίες µας, τα καταστήµατα και οι υποδοµές µας βελτιώθηκαν κατά πολύ».
Το 2014, στα 42 του χρόνια, φεύγει από το σπίτι του στη Νέα Σµύρνη και επιστρέφει στη Χειµάρρα. Αφηγείται: «Είχα πει ότι θα γυρίσουµε µε την Αντωνία, τη σύζυγό µου, και γυρίσαµε. Ο Πέτρος µας ήταν φοιτητής και η Ερµιόνη µας 10 ετών. Στείλαµε το παιδί σχολείο στον ‘‘Οµηρο’’, ανοίξαµε το εστιατόριο και από κοινού µε τους 40-50 Ελληνες καταστηµατάρχες της παραλίας προσπαθούµε να αναβαθµίσουµε το επίπεδο ζωής, να κάνουµε ελκυστικό προορισµό τη Χειµάρρα και τις 7 κοινότητές της και να φτιάξουµε τις συνθήκες επιστροφής και άλλων συµπατριωτών µας. Ηµασταν 10.000 κάτοικοι και αποµείναµε 1.500. Την καλοκαιρινή σεζόν δεχόµαστε 60.000 επισκέψεις ηµερησίως. Αντιλαµβάνεστε λοιπόν γιατί ο Αλβανός πρωθυπουργός επιδιώκει µε κάθε τρόπο να µας πάρει τη γενέθλια γη».
Τα πιο εµβληµατικά τοπόσηµα είναι η εκκλησία των Αγίων Πάντων και στο πλάι της πεζοδροµηµένης γειτονιάς της Πάνω Χειµάρρας, στο βόρειο τµήµα του δρόµου δηλαδή, το 9τάξιο ελληνικό σχολείο «Οµηρος», το οποίο θεµελιώθηκε από τον Κοσµά τον Αιτωλό τον 18ο αιώνα και από το 1870 περίπου έως το 1946, όταν ο Ε. Χότζα αποφάσισε αιφνιδιαστικά να το κλείσει, λειτουργούσε αδιάκοπα. Το 2006 µε πρωτοβουλία της κυβέρνησης Καραµανλή και ιδιωτών το σχολείο δέχτηκε ξανά µαθητές από το προνήπιο και το νήπιο έως τη Γ’ τάξη του Γυµνασίου. «Φέτος έχουµε 132 παιδιά ελληνικής καταγωγής. Το 80% των γάµων είναι µικτής καταγωγής, κυρίως µε Ελληνες πατεράδες και Αλβανίδες µαµάδες», αναφέρει στην «Κυριακάτικη Απογευµατινή» ο διευθυντής του σχολείου, Λευτέρης Φωτόπουλος, ο οποίος, όπως και οι περισσότεροι καθηγητές, προέρχεται από το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστηµα.
Πηγή: Κυριακάτικη Απογευματινή
Το κτιριακό συγκρότηµα είναι πλήρως ανακαινισµένο και τεχνολογικώς εξοπλισµένο, µε σύγχρονα συστήµατα, όπως διαδραστικούς πίνακες, υπολογιστές κ.τ.λ. «Ας µην έχει κανείς αυταπάτες, οι ιδιώτες προσφέρουν στον βαθµό που επιθυµούν, αλλά το ελληνικό κράτος είναι που µας βοηθά συνεχώς και προγραµµατισµένα» τονίζει ο Φρέντης Μπελέρης. Η Ερµιόνη του, όπως θυµίζουν οι δάσκαλοί της, ήταν από τις πιο αξιόλογες µαθήτριες. «Ηταν επιµελής και αφοσιωµένη. Το ίδιο και στο αλβανικό Λύκειο. Ξεχώρισε γιατί έφερε την 4η µεγαλύτερη βαθµολογία στις περσινές πανελλήνιες εξετάσεις των απανταχού οµογενών και εισήχθη στην Αρχιτεκτονική. Η κατάσταση στο σπίτι ήταν δυσάρεστη λόγω της αναπάντεχης φυλάκισης του πατέρα της κι όµως το παιδί έβαλε τα δυνατά του, παραµέρισε για λίγο τα ασήκωτα -για τους πιο πολλούς- βάρη και κατέγραψε κορυφαία διάκριση», καταλήγουν.
*Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή» της Κυριακής στις 21.04.24
Ακολουθήστε το 7meres.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι
Άρτα – Περιφερειακή Οδός | 26813 06897
Πρέβεζα – Μπαχούμη 11 | 26820 89799